Οι αμερικανικές στρατιωτικές κινήσεις και η κινέζικη αντίδραση
Η μετατόπιση του στρατηγικού επίκεντρου των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή προς την Ασία και τον Ειρηνικό αλλάζει τις διεθνείς γεωπολιτικές ισορροπίες και εκφράζει την ανησυχία της Ουάσινγκτον για την ολοένα αυξανόμενη οικονομική ανάπτυξη και στρατιωτική ισχύ της Κίνας.
Η περιοχή Ασίας και Ειρηνικού εξελίσσεται σε κινητήρια δύναμη διαμόρφωσης της παγκόσμιας πολιτικής εξαιτίας της γεωστρατηγική της θέσης και του γεγονότος ότι περιλαμβάνει σημαντικές αναδυόμενες δυνάμεις. Το μέλλον της περιοχής Ασίας και Ειρηνικού αναμένεται να επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από την πορεία των αμερικανό- σινικών σχέσεων με χειρότερο και απευκταίο σενάριο τη σύγκρουση των δυο δυνάμεων.
Η αμερικάνικη κυβέρνηση του προέδρου Μπάρακ Ομπάμα μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες παραμέλησης των συμφερόντων της στην Ανατολική Ασία, ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ θα κάνουν «ένα στρατηγικό άξονα» που θα επικεντρωθεί στην περιοχή της Ασίας – Ειρηνικού, ιδιαίτερα στη νοτιοανατολική Ασία , δηλαδή στην Κίνα. Το νέο αμερικάνικο δόγμα περιλαμβάνει τη μετατόπιση των αμερικάνικων στρατιωτικών δυνάμεων από την Ευρώπη και τον περιορισμό τους μέσα στη Μέση Ανατολή.
Τα σχέδια του αμερικάνικου Πενταγώνου
Ασία και Ειρηνικός θεωρείται, σύμφωνα με αναλυτές, περιοχή ιδιαίτερης ζωτικής σημασίας για τα αμερικάνικα στρατηγικά συμφέροντα. Τα αιτία έχουν με τις ακόλουθες δυο βασικές παραμέτρους: Πρώτον, η εξωτερική δυτική περίμετρος της αμερικάνικης εθνικής ασφάλειας στην ανατολική Ασία εξαρτάται από τους στρατιωτικούς συμμάχους των ΗΠΑ, δηλαδή τη Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, την Ταϊβάν, τις Φιλιππίνες και δεύτερον από την αλλαγή των ψυχροπολεμικών δεδομένων σε Ασία και Ειρηνικό (είχαν χρησιμοποιηθεί για την ανάσχεση της Σοβιετικής Ένωσης) όπου η τεράστια οικονομική ανάπτυξη και προηγμένη στρατιωτική τεχνολογία της Κίνας θα μπορούσε να αμφισβητήσει τις ΗΠΑ μέσα στη νότια Ασία.
Οι ΗΠΑ για να μπορέσουν να κυριαρχήσουν σε Ασία και Ειρηνικό, σκοπεύουν, σύμφωνα με δηλώσεις του αμερικανού υπουργού Άμυνας Λέον Πανέτα, να συγκεντρώσουν στη συγκεκριμένη περιοχή έως το 2020 το 60% των ναυτικών τους δυνάμεων. Οι σχεδιαστές των στρατιωτικών πλάνων του Πενταγώνου και η αμερικάνικη Διοίκηση Ειρηνικού που επιβλέπει τις επιχειρήσεις στην περιοχή δεν ενδιαφέρεται, σύμφωνα με την εφημερίδα Los Angeles Times, για μόνιμες νέες βάσεις αλλά για επιχειρήσεις σε πολλαπλά μέτωπα. Το Πεντάγωνο αναδιοργανώνει 9.000 πεζοναύτες σε τέσσερις ομάδες μάχης για να τοποθετηθούν σε Γκουάμ, Χαβάη, Ουακινάουα (Ιαπωνία) και για να εγκατασταθούν (εκ περιτροπής ανά έξι μήνες) σε μια βάση στη βόρεια ακτή της Αυστραλίας. Επιπροσθέτως τρεις μοίρες από μαχητικά F-22, που θεωρούνται κρίσιμα σε περίπτωση εμπλοκής με την Κίνα, θα μεταφερθούν στην περιοχή.
Το αμερικάνικο ναυτικό θα έχει και τέσσερα πολεμικά σκάφη με ελαφρύ οπλισμό στη Σιγκαπούρη όπου θα εκτελούν περιπολίες στα Στενά της Μαλάκα μεταξύ της Μαλαισίας και της νήσου Σουμάτρα της Ινδονησίας. Σημείο αιχμής μεταφοράς πετρελαίου και εμπορικών αγαθών και μιας περιοχής της πλούσιας σε ενεργειακά αποθέματα Νότια Κινεζικής Θάλασσας όπου δημιουργούνται εντάσεις μεταξύ της Κίνας και των γειτόνων της για αμφισβητούμενα περιοχές. Παράλληλα η κυβέρνηση Ομπάμα είναι σε διαπραγματεύσεις με τις Φιλιππίνες για να επανακτήσει την πρόσβαση στη ναυτική βάση Subic Bay και στην αεροπορική βάση Clark, δυο εγκαταστάσεις από τον Ψυχρό Πόλεμο που βρίσκονται κοντά στη Νότια Κινέζικη Θάλασσα. Το σχέδιο είναι να χρησιμοποιηθούν ο κόμβος επιμελητειακής υποστήριξης και ιδιαίτερα για ανθρωπιστικές προμήθειες. Την ίδια στιγμή η αμερικάνικη Διοίκηση Ειρηνικού επιδιώκει και την πρόσβαση στην αεροπορική βάση U-Tapao της Ταϊλάνδης όπου οι ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της ψυχροπολεμικής περιόδου διατηρούσαν βομβαρδιστικά τύπου B-52.
Η απειλή της Κίνας και η αντίδραση στο αμερικάνικο δόγμα
Η Ουάσιγκτον παρακολουθεί στενά την αυξανόμενη στρατιωτική ισχύ της Κίνας σε Ασία και Ειρηνικό. Το αμερικάνικο υπουργείο Άμυνας και η υπηρεσία πληροφοριών του από το 2000 σε συνεργασίες με τις άλλες υπηρεσίες καταθέτουν κάθε χρόνο μια έκθεση στο Κογκρέσο με τίτλο «Ένοπλες Δυνάμεις και Πολιτικές Ασφαλείας της Κίνας». Τα συμπεράσματα της τελευταίας έκθεσης του Μαΐου 2012 έδειξαν ότι η Κίνα διατηρεί ένα μακροπρόθεσμό πρόγραμμα μεγάλου εκσυγχρονισμού των ενόπλων δυνάμεων. Ο σκοπός του είναι να βελτιώσει τις δυνατότητες των ενόπλων της δυνάμεων πάνω στη διεξαγωγή «βραχυπρόθεσμων τοπικών πολέμων» μέσα στο πλαίσιο της συλλογής πληροφοριών και των υψηλής εντάσεων πολεμικών επιχειρήσεων. Επιπλέον η έκθεση αναφέρει ότι οι απροσδόκητες εχθρότητες μέσα στα Στενά της Ταϊβάν μπορούν να εξελιχθούν σε μέτωπο σύγκρουσης για την Κίνα. Η προτεραιότητα της είναι η δημιουργία σύγχρονων ναυτικών δυνάμεων για να διεκδικήσει τις αμφισβητούμενες περιοχές μέσα στις θάλασσες της Ανατολικής Κίνας και της Νότιας Κίνας. Η κυβέρνηση του Πεκίνου έχει αυξήσει τα προγράμματα χρηματοδότησης για την ανάπτυξη των πυρηνικών όπλων, των βαλλιστικών πυραύλων και προετοιμάζει την πρώτη της ομάδας μάχης αεροπλανοφόρου, με σύγχρονα αεροπορικά αμυντικά συστήματα.
Οι φιλοδοξίες των ΗΠΑ και οι αναδυόμενες γεωπολιτικές προκλήσεις σε Ασία και Ειρηνικό παρακολουθούνται από το Πεκίνο το οποίο φαίνεται να έχει δείξει μέχρι στιγμής μια ήρεμη και ισορροπημένη στάση. Τα αίτια όπου προσδιορίζουν την κινέζικη πολιτική απέναντι στο νέο δόγμα της Ουάσινγκτον, μπορούν να συνοψιστούν σύμφωνα με μια ανάλυση του Ρωσικού Συμβούλιου Εξωτερικών Υποθέσεων στα ακόλουθα τρία σημεία: (α) το Πεκίνο δείχνει να καταλαβαίνει τη λογική της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής καθώς στη διάρκεια ενός αμερικάνικου. προεκλογικού έτους, η αποχώρηση από το Αφγανιστάν και ο περιορισμός της στρατιωτική παρουσίας μέσα στη Μέση Ανατολή αναγκάζει την κυβέρνηση του Ομπάμα να επιδείξει μια διπλωματική πρόοδο σε άλλη μια εξίσου σημαντική περιοχή του κόσμου, σε Ασία και Ειρηνικό, (β) η Κίνα αξιολογεί με σκεπτικισμό τις ευκαιρίες των ΗΠΑ για την εφαρμογή της νέας τους περιφερειακής εξωτερικής πολιτικής. Κινέζοι αναλυτές εκτιμούν ότι η Ουάσινγκτον ενδέχεται να αντιμετωπίσει δυσκολίες στην υλοποίησή της εξαιτίας των αντιπαραθέσεων με τη Ρωσία (επέκταση της αμερικάνικης αντιπυραυλικής ασπίδας) και των παρενεργειών από την κρίση της Συρίας και (γ) η Κίνα και οι ΗΠΑ για έναν αριθμό πολιτικών και οικονομικών λόγων δεν επιθυμούν μια σύγκρουση και κάνουν προσπάθειες για να την αποτρέψουν.
Το Πεκίνο σε καμία περίπτωση δεν επιθυμεί διενέξεις και συγκρούσεις την παρούσα στιγμή διότι ασχολείται με το λεπτό θέμα της διαδοχής στην ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας και των ευαίσθητων ισορροπιών που επικρατούν για τη μετάβαση από την 4η γενιά ηγετών προς την 5η γενιά ηγετών.
Συμπεράσματα
Η γεωπολιτική σκακιέρα Ασίας και Ειρηνικού αναμένεται να εξελιχθεί σε ένα πεδίο ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας για τον έλεγχο της περιοχής, που θα εκφραστεί κυρίως από την ενίσχυση της στρατιωτικής ισχύος των δύο πλευρών. Η ισορροπία δυνάμεων σε Ασία και Ειρηνικό θα επηρεάσουν και την ευρύτερη παγκόσμια πολιτική. Η Ουάσινγκτον και το Πεκίνο που έχουν δημιουργήσει τις δικιές του συμμαχίες θα επιδιώξουν να προσεγγίσουν με ανταλλάγματα και χώρες που αμφιταλαντεύονται για το που θα προσδεθούν. Παράλληλα ένας επιφανής κινέζος αναλυτής ο Γιαν Ξουετόγκ σε ένα άρθρο του επισημαίνει ότι μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια μόνο οι ΗΠΑ και η Κίνα θα έχουν τη δυνατότητα να διατηρούν στρατιωτικές δαπάνες πάνω από 100 δις. δολάρια το χρόνο και κατά επέκταση η αρχιτεκτονική του παγκόσμιου συστήματος ασφαλείας έχει αρχίσει να μετατοπίζεται από το «μια υπερδύναμη και αρκετές ισχυρές δυνάμεις» στο «δυο υπερδυνάμεις και αρκετές ισχυρές δυνάμεις». Όπως και να έχει ο ανταγωνισμός μέσα σε Ασία και Ειρηνικό ίσως αναδείξει μέσα στα επόμενα χρόνια τη μορφή ενός νέου παγκόσμιου συστήματος ασφαλείας, είτε πρόκειται για ηγεμονικό, είτε για διπολικό, είτε για πολυπολικό.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Άμυνα & Διπλωματία, Τεύχος 254, Οκτώβριος 2012