Αμερικανίδα υπηρεσιακή πρεσβευτής στο Βερολίνο: Ήρθε η ώρα Γερμανία και η ΕΕ να επιβάλλουν μορατόριουμ στην κατασκευή του Nord Stream 2
Οι ΗΠΑ ζήτησαν από τη Γερμανία και την ΕΕ να επιβάλει “ ένα μορατόριουμ” στην ολοκλήρωση της κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2, “ ένα πολιτικό εργαλείο του Κρεμλίνου”, δήλωσε σήμερα η Αμερικανίδα υπηρεσιακή πρεσβευτής στο Βερολίνο.
“ Έχει έρθει η ώρα η Γερμανία και η ΕΕ να επιβάλλουν μορατόριουμ στην κατασκευή του αγωγού”, επεσήμανε η Ρόμπιν Κουίνβιλ μιλώντας στη γερμανική οικονομική εφημερίδα Handelsblatt.
Οι εργασίες για την ολοκλήρωση του αγωγού, ο οποίος συνδέει τη Ρωσία με τη Γερμανία, σταμάτησαν πριν σχεδόν ένα χρόνο μετά την απειλή των ΗΠΑ για επιβολή κυρώσεων, όμως αναμένεται να ξεκινήσουν και πάλι το Σαββατοκύριακο. Μένουν να κατασκευαστούν μερικά χιλιόμετρα στη Βαλτική Θάλασσα, στα ανοικτά της Γερμανίας.
Η Κουίνβιλ εξήγησε ότι ένα “ μορατόριουμ” θα δείξει ότι η Ευρώπη δεν ανέχεται πλέον “ τη συνέχιση της κακόβουλης συμπεριφοράς της Ρωσίας”.
“ Ο αγωγός αυτός δεν είναι απλώς ένα οικονομικό σχέδιο, αλλά επίσης ένα πολιτικό εργαλείο του Κρεμλίνου για να παρακάμψει την Ουκρανία και να διχάσει την Ευρώπη”, προειδοποίησε η Αμερικανίδα πρεσβευτής.
Ο Nord Stream 2, ο οποίος αρχικά ήταν προγραμματισμένο να τεθεί σε λειτουργία στις αρχές του 2020, έχει στόχο να διπλασιάσει την ποσότητα φυσικού αερίου που μεταφέρεται από τη Ρωσία στη δυτική Ευρώπη μέσω της Βαλτικής σε σχέση με τον Nord Stream 1, που έχει τη μισή χωρητικότητα και λειτουργεί από το 2012.
Για την κατασκευή του συνεργάζονται η ρωσική Gazprom και πέντε ευρωπαϊκές εταιρείες: η γαλλική Engie, οι γερμανικές Uniper και Winteshall, η αυστριακή OMV και η αγγλοολλανδική Shell, με το έργο να έχει προϋπολογισμό 9,5 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Αντίθετες στην κατασκευή του είναι κάποιες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ουκρανία, η Πολωνία και οι χώρες της Βαλτικής, αλλά κυρίως οι ΗΠΑ που μάχονται κατά του αγωγού αυτού, ο οποίος ενδέχεται να καταστήσει τη Γερμανία “ όμηρο” της Ρωσίας, όπως είχε προειδοποιήσει ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ το 2018.