Αλεξανδρούπολη: Το FSRU έρχεται σε μια εξαιρετικά ευνοϊκή συγκυρία
Το Τερματικό έχει δυναμικότητα αεριοποίησης LNG που αντιστοιχεί σε 5,5 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου τον χρόνο και αποθηκευτική ικανότητα 170 χιλιάδες κυβικά μέτρα LNG, ενώ αποτελείται από μια Πλωτή Μονάδα Αποθήκευσης και Επαναεριοποίησης (FSRU) LNG η οποία θα τοποθετηθεί 10 χλμ. ανοικτά της Αλεξανδρούπολης και 28 χλμ. υποθαλάσσιου και χερσαίου αγωγού.
Η οικονομική και εμπορική βιωσιμότητα του έργου είναι τεκμηριωμένη από οικονομικές μελέτες ανεξάρτητου εκτιμητή, οι οποίες μάλιστα επικαιροποιήθκαν πρόσφατα λαμβάνοντας υπόψη τα τελευταία δεδομένα στον ενεργειακό κλάδο διεθνώς και στην Ελλάδα.
Η επένδυση, που υλοποιείται από την Gastrade A.E, έχει τη διαχρονική στήριξη της Ελληνικής Πολιτείας αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης που από το 2013 την έχει εντάξει το έργο στα Έργα Κοινού Ενδιαφέροντος (Projects of Common Interest). Το έργο στηρίζεται επιπλέον και από τη Βουλγαρική Κυβέρνηση η οποία πριν λίγες ημέρες (8/1/2020) επισημοποίησε και τη συμμετοχή της με 20% στο μετοχικό κεφάλαιο της Gastrade, μέσω της κρατικής εταιρείας Bulgartransgaz που διαχειρίζεται το δίκτυο φυσικού αερίου της χώρας.
Ο Σταθμός έρχεται σε μια εξαιρετικά ευνοϊκή συγκυρία με τη ζήτηση για LNG στην Ελλάδα και την ΝΑ Ευρώπη να αυξάνεται με διψήφια ποσοστά κάθε χρόνο και τις τιμές προμήθειας να πέφτουν διαρκώς. Ειδικότερα, από τις αρχές του περασμένου έτους οι τιμές στα βραχυχρόνια συμβόλαια LNG είναι εξαιρετικά ανταγωνιστικές, ενώ στην ΝΑ Ευρώπη η διαφορά στις spot τιμές LNG ξεπέρασε το 50%, σε σχέση, πάντα, με το αέριο αγωγού. Για αυτούς άλλωστε τους λόγους, τα φορτία LNG στη Ρεβυθούσσα αναμένονται να αυξηθούν στα 63 το 2020, από 52 το 2019, σύμφωνα με το τελικό πρόγραμμα του ΔΕΣΦΑ.
Την ίδια στιγμή, οι σχετικές μελέτες για το έργο έχουν ολοκληρωθεί στο σύνολό τους, με τις αρχικές να έχουν χρηματοδοτηθεί από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα CEF (Connecting Europe Facility), ενώ γοργά προχωρά και το κατασκευαστικό σκέλος. Συγκεκριμένα, έχει ολοκληρωθεί η πρώτη φάση Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος τόσο για τον διαγωνισμό για την κατασκευή του αγωγού και των σταθερών υποδομών πρόσδεσης (mooring), όσο και για τον διαγωνισμό προμήθειας της Πλωτής Μονάδας.
Το συνολικό κόστος της επένδυσης ανέρχεται σε 380 εκ. ευρώ και θα χρηματοδοτηθεί μέσω ίδιων κεφαλαίου, δανεισμού αλλά και επιχορήγησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η τελευταία, θα προέλθει από το ΕΣΠΑ αφού το έργο έχει ενταχθεί στον «Κατάλογο Μεγάλων Έργων» του ΕΠΑΝΕΚ με τους πόρους να είναι εξασφαλισμένοι από το σχετικό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.
Στο πλαίσιο αυτό ο φάκελος της επένδυσης έχει ήδη κατατεθεί στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της ΕΕ, από το Υπουργείο Οικονομίας σε συνεργασία με την ειδική υπηρεσία του Υπουργείου Ενέργειας, ενώ εκπονήθηκε και η σχετική Μελέτη Κόστους Οφέλους (Cost-Benefit Analysis) που τεκμηριώνει τις χρηματοδοτικές ανάγκες.
Αλλά και σε ό,τι αφορά στον δανεισμό, η Εταιρεία έχει συμφωνήσει με μεγάλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της χώρας το σύνολο της τραπεζικής χρηματοδότησης του έργου, με ιδιαίτερα ανταγωνιστικούς όρους. Η συμφωνία περιλαμβάνει τόσο τον μακροπρόθεσμο δανεισμό σύμφωνα με το βασικό χρηματοοικονομικό μοντέλο, όσο και το δάνειο γέφυρα που θα καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες που ενδέχεται να προκύψουν λόγω καθυστέρησης στην είσπραξη του ΦΠΑ και της επιχορήγησης (bridge financing). Το υπόλοιπο μέρος της επένδυσης θα καλυφθεί από ίδια κεφάλαια των μετόχων.
(πηγή: Πρώτο Θέμα)