Αισιόδοξη για τη διμερή σχέση εμφανίζεται η αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών μετά την επίσκεψή της στο Πεκίνο
Η σχέση ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα βρίσκεται πλέον «σε πιο στέρεες βάσεις», δήλωσε σήμερα η αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν, εμφανιζόμενη να αισιοδοξεί καθώς ολοκλήρωσε τετραήμερο επίσημο ταξίδι της στο Πεκίνο με σκοπό να κατευναστούν οι εντάσεις ανάμεσα στις δυο μεγαλύτερες οικονομικές δυνάμεις του κόσμου.
Η κυρία Γέλεν, που έφθασε στην κινεζική πρωτεύουσα την Πέμπτη, είχε συναντήσεις με ανώτερα στελέχη της κινεζικής κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένου του νέου πρωθυπουργού Λι Τσιανγκ, και δεν σταμάτησε να εισηγείται περισσότερες ανταλλαγές και περισσότερη συνεργασία, παρά τις «μεγάλες διαφορές» των δυο πλευρών.
«Γενικά, θεωρώ ότι οι διμερείς συναντήσεις μου -που διήρκεσαν συνολικά κάπου δέκα ώρες σε δυο ημέρες- αποτέλεσαν βήμα μπροστά στις προσπάθειές μας να θεμελιώσουμε τις σχέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην Κίνα σε πιο στέρεες βάσεις», τόνισε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε στην αμερικανική πρεσβεία στο Πεκίνο προτού αναχωρήσει από τον ασιατικό γίγαντα.
Η επίσκεψη, η πρώτη που έκανε η κυρία Γέλεν αφότου ανέλαβε το αξίωμα το 2021, ακολούθησε αυτήν που έκανε πριν από μερικές εβδομάδες ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, ο Άντονι Μπλίνκεν, στο πλαίσιο της προσπάθειας που λέει πως καταβάλλει η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν για τη σταθεροποίηση των τεταμένων σχέσεων.
«Τα δύο έθνη έχουν την υποχρέωση να διαχειρίζονται αυτή τη σχέση με υπεύθυνο τρόπο: να βρουν τρόπο να συμβιώσουν και να μοιραστούν την παγκόσμια ευημερία», έκρινε ακόμη η κυρία Γέλεν, υπογραμμίζοντας την «ζωτική» σημασία που έχουν οι επαφές υψηλού επιπέδου.
«Θεωρούμε πως ο κόσμος είναι αρκετά μεγάλος ώστε και οι δυο χώρες μας να μπορέσουν να ευημερήσουν», είπε ακόμα.
Μολονότι δεν ανακοινώθηκε καμιά μείζον πρόοδος ή συμφωνία, το επίσημο κινεζικό πρακτορείο ειδήσεων Νέα Κίνα σημείωσε ότι η συνάντηση που είχαν χθες Σάββατο η κυρία Γέλεν και ο κινέζος πρωθυπουργός Χε Λιφένγκ επέτρεψε τα μέρη να συμφωνήσουν «στην ενίσχυση της επικοινωνίας και της συνεργασίας για την αντιμετώπιση παγκόσμιων προκλήσεων».
«Μεγάλες διαφωνίες»
Η αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών πάντως αναγνώρισε στη συνέντευξή της πως υπάρχουν «μεγάλες διαφωνίες» ανάμεσα στις δυο κυβερνήσεις, αν και διαβεβαίωσε πως οι συνομιλίες που είχε στο Πεκίνο ήταν «άμεσες, ουσιαστικές και παραγωγικές».
Ανάμεσα στα βασικά σημεία τριβής τελευταία είναι τα μικροτσίπ, μετά την επιβολή τους τελευταίους μήνες περιορισμών στον εφοδιασμό κινεζικών εταιρειών με αμερικανική τεχνολογία.
Η Κίνα, που θέλει να αποκτήσει αυτονομία στο συγκεκριμένο πεδίο, καταγγέλλει ότι τα μέτρα των ΗΠΑ έχουν στόχο να εμποδίσουν την ανάπτυξή τους και να διατηρήσουν την αμερικανική τεχνολογική υπεροχή.
Οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν τις «στοχευμένες ενέργειες» που έχουν σκοπό την προστασία της εθνικής τους ασφάλειας, διεμήνυσε η κυρία Γέλεν.
Διαβεβαίωσε ταυτόχρονα πως «είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι οι ενέργειές μας έχουν κίνητρο (…) ανησυχίες εθνικής ασφαλείας. Δεν τις χρησιμοποιούμε για να αποκτήσουμε οικονομικό πλεονέκτημα».
Εξέφρασε επίσης τις «σοβαρές ανησυχίες» της Ουάσιγκτον για τις «αθέμιτες εμπορικές πρακτικές» του Πεκίνου.
Με τον όρο αυτό οι ΗΠΑ αναφέρονται στα εμπόδια που εγείρονται όσον αφορά την είσοδο ξένων εταιρειών στην κινεζική αγορά και σε προβλήματα που συνδέονται με την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας.
«Εξέφρασα επίσης τις ανησυχίες μου όσον αφορά την πρόσφατη αναζωπύρωση των εξαναγκαστικών μέτρων σε βάρος αμερικανικών εταιρειών», είπε η κυρία Γέλεν, αναφερόμενη στις έρευνες που έβαλαν στο στόχαστρο επιχειρήσεις λογιστικού ελέγχου στην Κίνα.
«Πιο ενθουσιώδης»
Αν και η κυρία Γέλεν θέλησε να φανεί αισιόδοξη, «η αναγγελία οποιασδήποτε απτής προόδου και οποιουδήποτε μείζονος αποτελέσματος» πιθανόν θα προτιμηθεί να γίνει από τους ηγέτες των δυο χωρών, τους προέδρους Τζο Μπάιντεν και Σι Τζινπίνγκ, επισήμανε η Γιουν Σουν, διευθύντρια του προγράμματος του ινστιτούτου μελετών Stimson Center για την Κίνα.
Ωστόσο η ίδια υπογράμμισε ότι «οι δύο χώρες δεν είχαν αυτό το επίπεδο επικοινωνίας και διαβουλεύσεων εδώ και χρόνια».
Τον περασμένο μήνα, ο κ. Μπάιντεν δήλωσε πως είναι πεπεισμένος ότι θα συναντηθεί σύντομα με τον κινέζο ομόλογό του.
Η επόμενη συνάντησή τους είναι προγραμματισμένη για τα τέλη της χρονιάς.
Η κυρία Γέλεν τάχθηκε στο ταξίδι της υπέρ του «υγιούς ανταγωνισμού και όχι του νόμου του ισχυρού», επισημαίνοντας ωστόσο πως ο «υγιής ανταγωνισμός» είναι «βιώσιμος» μόνο «αν ωφελεί και τις δύο πλευρές».
Γενικά, η συμπεριφορά της κινεζικής ηγεσίας έναντι της αμερικανίδας υπουργού Οικονομικών φάνηκε να είναι «πιο ενθουσιώδης» από ό,τι αυτή που επιφύλαξε στον επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας, τον κ. Μπλίνκεν, σημείωσε εξάλλου ο Γου Σινμπό, διευθυντής του κέντρου αμερικανικών μελετών του κινεζικού πανεπιστημίου Φουντάν.
«Η κυρία Γέλεν θεωρείται επαγγελματίας από τους Κινέζους, κι η συμπεριφορά της ως προς τις οικονομικές και εμπορικές σχέσεις ανάμεσα στην Κίνα και στις ΗΠΑ είναι συγκριτικά λογική», εξήγησε, τονίζοντας πως η υπουργός εναντιώνεται στην ιδέα της αποσύνδεσης των δύο οικονομιών: δήλωσε σήμερα πως θα ήταν «καταστροφική» εξέλιξη.
Ο Τέιλορ Φράβελ του MIT (του ινστιτούτου τεχνολογίας του πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης) καλεί πάντως να συγκρατηθεί η αισιοδοξία: «δεν νομίζω πως μια επίσκεψη ή μια συνομιλία μπορεί από μόνη της να επιτύχει τον σκοπό της σταθεροποίησης της σχέσης».
Μπορεί μολαταύτα να δείξει πως υπάρχει βούληση να συνεχιστεί η διμερής οικονομική συνεργασία, «παρά τις πολιτικές τριβές και και τις ανταγωνιστικές ενέργειες με σκοπό να περιοριστεί η πρόσβαση της Κίνας σε ορισμένες τεχνολογίες, όπως των ημιαγωγών».